• Date: February 5, 2023
  • Author: Φώτης Βλαστός
  • Category: Uncategorized
  • Comments: 0

ΑΝΑΚΛΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΞΩ

ΤΗΣ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΙΚΙΑΣ

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ψυχίατρος-Ψυχαναλυτής

 

«Είμαστε αδύνατοι στους αριθμούς μας ροκανίζει η αλήθεια της προσωπικής εμπειρίας»

Μάριος Μαρκίδης

 

 

Η ανθρώπινη ύπαρξη περιπλανιέται, εγκλωβίζεται,  κρατιέται στους ενδοψυχικούς και κοινωνικούς εγκλεισμούς. Οι ανακλάσεις του εγκλεισμού αναδεικνύονται μέσα από το έργο Σωφρονιστική Αποικία του Κάφκα και το έργο Μέσα Έξω/Στη Φωλιά του Κούκου του Μάριου Μαρκίδη, ενώ  διαθλάται από  Μπίον, Ελύτη, Παζολίνι , Βέιλ και με ό,τι άλλο φέρει η τυχαιότητα.

 

Το έργο του Κάφκα διαδραματίζεται σε μια Σωφρονιστική Αποικία. Μέσα σε αυτήν  ένας κατάδικος , αδιαμφισβήτητα ένοχος χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη ετοιμάζεται να εκτελεστεί . Η ποινή πρόκειται να υλοποιηθεί από ένα άψογο μηχάνημα εγγράφοντάς την πάνω στο σώμα του κατάδικου και δολοφονώντας τον. Υπεύθυνος για την εκτέλεση  και την τέλεια λειτουργία του μηχανήματος είναι ο αξιωματικός. Την όλη διαδικασία την παρακολουθεί ο ταξιδιώτης που έρχεται από έξω, ως φορέας της αλλαγής και της ανανέωσης. Ο αξιωματικός περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τη λειτουργία του μηχανήματος στον ταξιδιώτη προσμένοντας στην αποδοχή της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης και στο θαυμασμό. Όταν ο τελευταίος αποδοκιμάζει την όλη διαδικασία  τότε ο αξιωματικός παίρνει τη θέση του κατάδικου στο μηχάνημα κι αυτοκτονεί με το μηχάνημα να διαλύεται. Ο ταξιδιώτης αμέσως φεύγει από μέσα προς τα έξω αδιάφορος.

Ο Μάριος Μαρκίδης, ψυχίατρος και ποιητής, στο  κείμενό του «Το μέσα και το έξω/ Επιστροφή στη φωλιά του κούκου» με αφορμή ή σκοπό  το ταξίδι του στη Λέρο παραθέτει με έναν άμεσο κι εξομολογητικό τρόπο τους προβληματισμούς και  τις σκέψεις  του για την αποασυλοποίηση , για το πριν και μετά του εγκλεισμού, μια περιπλάνηση στο μέσα και στο έξω του ασύλου,  της ψυχιατρικής,  της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης. Όπως γράφει κι ο Σολδάτος στον πρόλογο του βιβλίου «ο Μαρκίδης μας δίνει τον χάρτη για να προχωρήσουμε με την προσωπική μας πυξίδα».

Στις αποικίες, σε τόπους άγονους κι εξωτικούς, εξορίζονταν κι απομονώνονταν οι παραβατικοί  για να σωφρονιστούν και να γίνουν άποικοι. Σε άσυλα αποκλείονται οι τρελοί για να «λογικευτούν» και οι άρρωστοι (λεπροί και φυματικοί κ.ά,) να θεραπευτούν. Ότι τρομάζει και απειλεί τα στεγανά της ασφάλειας, ψυχικής, σωματικής , κοινωνικής , διώκεται από το μέσα κι εξοβελίζεται όχι απλά στο έξω, αλλά στο πουθενά. Να αρνηθούμε και να εξαφανιστεί ότι ξένο κι αλλότριο μας ταράζει και μας απειλεί. Η συνάντησή μας με τον άλλον, τον τρελό, μας φέρνει σε επαφή με το φόβο για τη δικιά μας τρέλα, με το φόβο για την απώλεια του ελέγχου, με τον ψυχωτικό εαυτό μας. Έτσι κι αλλιώς, η συνάντηση με τον άλλον προκαλεί συναισθηματική θύελλα, όπως έχει γράψει ο Bion. Πόσο μάλλον αν ο άλλος είναι φορέας του ανοίκειου.  Ή με τα λόγια του Μαρκίδη «ο άλλος είναι η αφετηρία και το τέρμα». Καθώς εξελίσσεται η αφήγηση ο Κάφκα στρέφει την προσοχή μας στον  τρόμο, μέσα μας στον ίδιο τον πολιτισμό μας, που προκαλείται από το άγνωστο , το εξοστρακισμένο, το ανεξέλεγκτο.

Τα μέσα έξω έφερε και η ίδια η ψυχανάλυση με τον κεντρικό ρόλο που απέδωσε στο ασυνείδητο. Πλέον δεν είμαστε ασφαλείς κι εφησυχασμένοι ούτε στον ίδιο τον εαυτό μας. Εντός μας υπάρχουν ενορμήσεις, επιθυμίες, απωθημένες,  άγνωστες και ξένες προς τη συνείδησή μας ,οι οποίες ψάχνουν τρόπο να εκφραστούν, να υλοποιηθούν, παρακάμπτοντας τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς. Μας απειλούν και μας ταράζουν . Η έννοια του ασυνείδητου ασχέτως αν είναι αποδεκτή, είναι μια πρόσκληση για ένα ταξίδι σε μιαν άγνωστη χώρα με ότι αυτό σημαίνει. Η τοποθέτηση του αλλότριου εντός μας είναι ένας λόγος για τον πόλεμο που δέχθηκε η ψυχανάλυση πέρα από τις όποιες δικές της παθογένειες και στις οποίες θα γίνει αναφορά αργότερα.

Στη σωφρονιστική αποικία η ανθρώπινη ουσία συνθλίβεται ανάμεσα στα γρανάζια της τέλειας περιγραφής και λειτουργίας της μηχανής. Ο αξιωματικός περιγράφει με αξιοθαύμαστο ζήλο την τελειότητα της μηχανής και το πόσο αλάνθαστα εφαρμόζει την τιμωρία πάνω στο σώμα του κατάδικου. Η μηχανή στο έργο του Κάφκα είναι ο εκπρόσωπος του άκρατου επιστημονισμού κι αδιαμφισβήτητου ορθολογισμού. Θυμίζει τις μηχανές που χρησιμοποιούνταν για την θεραπεία των φρενοβλαβών, όπως αποκαλούνταν, στα τέλη του 18ου  και τον 19ου αιώνα. Στις μέρες μας φορέας αυτής της υποταγής στην αυθεντία της επιστήμης στο πεδίο της ψυχιατρικής είναι η μονοκρατορία της ψυχοφαρμακολογίας χωρίς να αμφισβητούνται όμως και τα οφέλη της. Κάπου εκεί χάνεται το ενδιαφέρον για την αλήθεια του ανθρώπου, για το πλέγμα των σχέσεων του. Επικεντρωνόμαστε μόνο στο μηχάνημα , στις άψυχες , ορθολογικές εξηγήσεις κι εφαρμογές, στους νευροδιαβιβαστές και στις στατιστικά σημαντικές διαφορές συνθλίβοντας την απρόσωπη ιερότητα του ανθρώπου που σχετίζεται με το καλό, όπως θα έγνεφε η Σιμόν Βέϊλ. Και οι ψυχαναλυτικές θεωρίες μπορεί να γίνουν οι βραστήρες  όπου εξατμίζεται η ουσία της συνάντησης δύο ανθρώπων μέσα στο γραφείο. Έτσι οι ίδιες οι θεωρίες ή ακόμη και η βία που μπορεί να περιέχει μια ερμηνεία όταν δε συνοδεύεται από τρυφερότητα, από εργαλεία κατανόησης κι υποστηρικτικό πλαίσιο γίνονται το κρεββάτι του Προκρούστη στο οποίο πρέπει να ταιριάξει το σώμα και το βίωμα του άλλου. «Να ξεπλένεται το αίμα και η γραφή να διατηρείται πάντα καθαρή» θα γράψει ο Κάφκα.

«Μια μόνο χορδή πάλλεται ακόμη μέσα τους, η χορδή του πόνου, βρείτε το κουράγιο να την αγγίξετε» διακηρύσσει ο Λερέ , γιατρός του ασύλου της Μπισέτρ τον 19ο αιώνα. Κι ο πόνος έχει τις ρίζες του στο σώμα. Ψυχή και σώμα είναι η διττή έκφραση μια οντότητας. «Το Εγώ πρώτα από όλα είναι ένα σωματικό Εγώ» διατυπώνει ο Φρόιντ στις απαρχές της Ψυχανάλυσης. Η εγγραφή της καταδίκης , του στίγματος ,  γίνεται πάνω στο σώμα διότι από αυτό ρέει η ζωή κι αναβλύζει η απόλαυση. Είτε στη Σωφρονιστική αποικία είτε στα άσυλα ο στόχος είναι το σώμα. Δεν χρειάζεται να γνωστοποιηθεί η ποινή στον κατάδικο από τον αξιωματικό : «Μια γνωστοποίηση αυτού του είδους είναι εντελώς περιττή. Θα τη μάθει πάνω στο σώμα του» αναφέρει με απορία ο αξιωματικός στον ταξιδιώτη όταν ο τελευταίος τον ρωτά αν ο κατάδικος γνωρίζει την ποινή του.

Η Σβάρνα , το εκτελεστικό τμήμα του μηχανήματος, ξεκινά τη δουλειά της , την εγχάραξη της ποινής, με καλλιγραφικό τρόπο, από το δέρμα. Να νιώσει την τιμωρία στο πετσί του. Το δέρμα λειτουργεί για το σώμα όπως το Εγώ για το ψυχικό όργανο θα γράψει στο έργο του «το Εγώ Δέρμα» ο Didieur Anzieu. Περιέχει , διαχωρίζει, οργανώνει. Ορίζει το μέσα και το έξω. Η Σβάρνα αλλοτριώνει τα όρια. Εγχαράσσει την ισχύ της εξουσίας. Πλέον ο κατάδικος δεν ορίζει τον εαυτό του. Στοχεύοντας το δέρμα σημαδεύεται ο πυρήνας του εαυτού. Δεν συνδέει αλλά κατατροπώνεται.

Ύστερα από έξι ώρες πόνου και πληγών ο κατάδικος γίνεται γαλήνιος . «Μια νέα πνευματικότητα αναβρύζει ακόμα και από τον πιο ηλίθιο» σχολιάζει ο αξιωματικός. Μετά από τις εξουθενωτικές θεραπείες, μηχανικές και μη, οι αισθήσεις ακυρώνονται. Μια μακάρια σιγή περιβάλλει τον τρελό. Είμαστε εκτός του συνειδητού. Εισερχόμαστε στην επικράτεια του μη αναπαραστάσιμου, αυτού του οποίου δεν έχει ψυχική εκπροσώπηση; Το σώμα υποτάσσεται . Μιλάει το ακατέργαστο βίωμα. «Ο άνθρωπος μας όμως την αποκρυπτογραφεί(την εγχάραξη) με τις πληγές του»  γράφει ο Κάφκα. Η εξουσία και η ενοχή δια της μηχανής αποικούν το σώμα του.

Η ενοχή είναι αδιαπραγμάτευτη κι αυτονόητη. Είναι ένα ανεξίτηλο υδατογράφημα κι άλλων έργων του Κάφκα. Δεν έχει καν νόημα να γίνει δίκη. Με χαμηλωμένο βλέμμα και κεφάλι ο κατάδικος θυμίζει τους έγκλειστους μέσα στα άσυλα αποδεχόμενοι τη μοίρα της αιώνιας τιμωρίας και στίγματος. Έτσι και οι ψυχικά ασθενείς φταίνε για τον τρόπο που υπάρχουνε στον κόσμο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι πρώτες θεραπείες ονομάζονταν ηθικές θεραπείες. Η ενοχή προκύπτει ως αποτέλεσμα  της αμφισβήτησης της ιεραρχίας και της εξουσίας. Μήπως ένας επιπλέον λόγος που αποκλείουμε τους τρελούς είναι γιατί φθονούμε τη μη ένταξή τους σε μια καλοκουρδισμένη καπιταλιστική μηχανή; Είναι εκφραστές μιας νοσταλγίας  για απενοχοποιημένη απόλαυση της ραθυμίας και μιας υπαρξιακής εποχής όπου όλες οι ενορμήσεις επιτρέπονταν και πραγματώνονταν;  Το παράπτωμα του κατάδικου στη Σωφρονιστική Αποικία  είναι ότι στην εντολή να  εκτελεί πιστά το καθήκον του και να χαιρετά ανά μία ώρα το λοχαγό του , όταν ο τελευταίος τον βρήκε  να κοιμάται, ο κατάδικος του φώναξε: «πέτα το καμουτσίκι αλλιώς σ’έφαγα». Η απώλεια του ελέγχου, η αντίσταση απέναντι στην εξουσία επιφέρει ενοχή, τιμωρία , θάνατο.

«Τίμα τους ανωτέρους σου» είναι η ποινή που χαράσσεται πάνω στο σώμα του κατάδικου. Υπενθύμιση της ιεραρχίας και της τάξης. «Όπου ακούς τάξη μυρίζει αίμα» συνομολογεί ο Ελύτης. Η όποια παρέκκλιση τιμωρείται. Ακόμη κι η όποια ψυχική παρέκκλιση. Τα άσυλα μετατρέπουν τη διαφορά σε τιμωρία. Δεν έχει νόημα να ακουστεί η άποψη του κατάδικου, αναφέρει ο αξιωματικός στον ταξιδιώτη. Μόνο σύγχυση θα προκαλέσει. Η επικρατούσα άποψη ενδεδυμένη το μανδύα του ορθολογισμού και του αλάνθαστου επιστημονισμού. . «Ο ορθολογισμός είναι το προκάλυμμα πίσω από το οποίο κρύβεται η βαρβαρότητα» επισημαίνει ο Zimmermann στο επίμετρό του.  Είναι πρόσφατη η εμπειρία του εγκλεισμού λόγω κόβιντ και η επιβολή μίας γνώμης ως ορθής διότι η όποια απόκλιση θα σήμαινε μια υποτιθέμενη επικίνδυνη σύγχυση. Είναι γνωστή επίσης ,η ιστορία όπου η ψυχιατρική έχει εργαλειοποιηθεί από καθεστώτα προκειμένου διαφωνούντες πολιτικά να εγκλειστούν σε άσυλα ως παράφρονες.

Βαρβαρότητα είναι κι η εκμηδένιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Στο διήγημα του Κάφκα συνταράσσει ο εξευτελισμός που υφίσταται ο κατάδικος χωρίς την παραμικρή συναισθηματική συμμετοχή του αξιωματικού. Γίνεται ένα αντικείμενο χωρίς ανθρώπινες ιδιότητες. Προφητεύει ο Κάφκα την απανθρωποποίηση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Εξαλείφεται η ανθρώπινη υπόσταση όχι μόνο στον κατάδικο αλλά και στον αξιωματικό , στον στρατιώτη, στον ταξιδιώτη. «Τι ξέρουμε εμείς οι «κανονικοί» από το σφαδασμό και τη μάχη της αξιοπρέπειας;» θα σημειώσει ο Μαρκίδης αναφερόμενος στους κατοικούντες το άσυλο. Αλλά μήπως υπάρχουν πάντα ψήγματα ανθρώπινης επαφής και του καλού ακόμη και στα άσυλα; «Το καλό είναι η μόνη πηγή ιερού» διατείνεται η Βέϊλ.

Σφαδάζει κι ο ίδιος ο Κάφκα από τον εξευτελισμό που βιώνει λόγω του χωρισμού του από τη Φελίτσε , την αρραβωνιατικιά του, την περίοδο συγγραφής του διηγήματος «Θέλω να προσθέσω ότι δεν είναι μόνο αυτό εξευτελιστικό , ότι εξευτελιστική είναι σε μεγάλο βαθμό η γενική χρονική συγκυρία και ιδιαίτερα η προσωπική μου συγκυρία ήταν και είναι πολύ εξευτελιστική από ότι η γενική» θα γράψει σε ένα γράμμα του.  Η γενική συγκυρία στην οποία αναφέρεται αφορά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.  Είναι ο πρώτος πόλεμος που οι τεχνολογικές εξελίξεις χρησιμοποιούνται με τόσο μαζικό τρόπο για την συντριβή και την εξόντωση του ανθρώπου. «Για πρώτη φορά πραγματοποιείται η σύναψη τεχνολογικής ορθολογικότητας και ακραίας βαρβαρότητας την οποία εξυμνεί ο αξιωματικός στη σωφρονιστική αποικία» σημειώνει ο Zimmermann στο επίμετρο του βιβλίου.

Η προσωπική και ιστορική συγκυρία τέμνονται και στην περίπτωση του Φρόϋντ. Η άνευ όρων καταστροφικότητα και μαζική αλληλοεξόντωση των ανθρώπων σε συνδυασμό με την απώλεια των γιων του θα τον οδηγήσει στην επινόηση της ενόρμησης θανάτου. Από την άλλη ο Κάφκα αντιμετωπίζει τον εξευτελισμό και προσωπικό εγκλωβισμό μετουσιώνοντας τα σε γραφή, δηλαδή σε τέχνη. Είναι ένας τρόπος να αντέξει και να διατηρήσει την αξιοπρέπεια του. Να μετατρέψει την καταστροφή του σε δημιουργία. «Καταστροφική αλλαγή» ονομάζει ο Μπίον τη διαδικασία εμβύθισης στα απωθημένα, ανεπεξέργαστα, απρόσιτα τμήματα του εαυτού, εκεί που φωλιάζει το ανοίκειο και το απείρως δυνατό και τη μεταμόρφωση μέσα από τη δημιουργικότητα. Είναι αυτή η αγάπη του Κάφκα για τη λογοτεχνία που τον κάνει να χρησιμοποιεί τη γραφή πάνω στο σώμα του κατάδικου ως μέρος του βασανιστηρίου; Να τονίσει έτσι με έναν μυστικιστικό τρόπο του πόσο οδυνηρή συνάμα απελευθερωτική και ψυχοσωματική μπορεί να είναι και για τον ίδιο η δημιουργική διαδικασία;

 Οι τελευταίες σελίδες του διηγήματος φανερώνουν  μιαν αμηχανία του ίδιου του Κάφκα να διαχειριστεί το τέλος. Γράφει σε μια επιστολή προς τον εκδότη του «δύο ή τρεις σελίδες λίγο πριν από το τέλος αποτελούν προϊόν κακοτεχνίας ,{…} κάπου υπάρχει ένα σκουλήκι που κατατρώει τον πυρήνα της ιστορίας».  Μήπως το σκουλήκι για το οποίο μιλάει ο Κάφκα είναι η μετέωρη αβεβαιότητα που προκύπτει από την κατάργηση της αποικίας , των ασύλων, η διαπραγμάτευση των ορίων του μέσα με το έξω;   Μετά την καταστροφή του μηχανήματος ο ταξιδιώτης φεύγει άρον άρον από το λιμάνι της αποικίας . Δεν ασχολείται με την επόμενη μέρα της αποικίας πόσο μάλλον με τις ανάγκες του στρατιώτη ή του καταδίκου. Μετά την αποασυλοποίηση τι τύχη έχουν οι πρώην «έγκλειστοι;». Περιπλανάται ο Μαρκίδης στο μεταίχμιο των ασύλων και της μεταρρύθμισης:  «Δεν πρέπει να εξισώνουμε τις δυστυχίες δεν πρέπει να ταυτίζουμε τις εξουσίες» σπεύδει να γράψει στην αρχή του κειμένου του αναφερόμενος στις εξουσίες του ασύλου και της μεταρρύθμισης. Γιατί προφανώς το άσυλο είναι φορέας δυστυχίας αλλά τι γίνεται με την μεταρρύθμιση; Διότι αυτή είναι ευεργετική  μπορεί όμως να καταστεί εξουσία όταν αδιαφορεί για την επιθυμία του άλλου, είτε αποίκου είτε τρελού. Ξανά ο Μαρκίδης «κανένα καράβι δεν τα έβγαλε πέρα με τους βράχους, η ιστορία των καραβιών είναι ανέκαθεν ιστορία βόλτας του τιμονιού, ιστορία της παράκαμψης…η αποασυλοποίηση είναι μια ανάλογη παράκαμψη. Το ανθρώπινο αξεπέραστο πρόβλημα, θέλεις του τρελού ανθρώπου, θέλεις του λογικού, είναι η ύπαρξη του βράχου».

Αυτός ο βράχος της ύπαρξης, ο άνθρωπος, τρελός ή λογικός , ακούγεται ; λαμβάνεται υπόψη; Ή μήπως φανταζόμαστε ότι δεν έχει, ότι οφείλει να υποταχθεί στη δικιά μας νεφελώδη επιθυμία για τη συμμόρφωσή του; Γράφει σχετικά ο Μαρκίδης: «Δεν ξέρω τι ορμές θέσπισε (ο Θεός) για τον άποικο της Λέρου… ένας ποιητής λ.χ. που ξέρω πολύ καλά {αναφέρεται στον ίδιο} – και που έπεσε πάνω σε ένα θλιβερό ζωολογικό κήπο- έγραψε πως ο λύκος δεν θέλει επίδομα ανεργίας, κοινωνική μέριμνα: ο λύκος θέλει να πεινάσει, ο λύκος θέλει χιόνι…». Πως τσαλαπατιέται η αλήθεια του τρελού κουστουμαρισμένη την αγαλλίαση της ομοιότητας; Πόσο κλειστοί είμαστε στην προσωπική αλήθεια με α μπροστά στην αδιαπραγμάτευτη , ψευδή αλήθεια της όποιας εξουσίας;

Μικρές μικρές ,ένδοξες μέσα στην ασημαντότητά τους, φωτιές αλήθειας της επιθυμίας, αθωότητας,  χαρακτηρίζει ο Παζολίνι τα ανθρώπινα πλάσματα παραλληλίζοντας τα με πυγολαμπίδες οι οποίες αφανίζονται υπό το υπερβολικό φως των προβολέων των εκάστοτε φασιζουσών κοινωνιών. Με τα λόγια του Παζολίνι : «Βίαιη αντίθεση ανάμεσα σε αυτήν την εξαίρεση της αθώας χαράς, που δέχεται και ακτινοβολεί το φως της επιθυμίας, και τον κανόνα μιας πραγματικότητας φτιαγμένης από ενοχή, ενός κόσμου γεμάτου τρόμο…»

Εγκλεισμός είναι όταν απομονώνουμε την ιδιωτική αυθεντικότητά μας είτε από τον εαυτό μας είτε από τη σχέση μας με τους άλλους. Είναι αυτή η διαφορά της αυθεντικότητας που στα άσυλα τιμωρείται ενώ η αποασυλοποίηση τείνει να την εξαλείψει οδεύοντας προς την ομογενοποίηση. Εγκλεισμός μπορεί να είναι το άσυλο αλλά και η ίδια η μεταρρύθμιση. Ο Κάφκα ,στη σωφρονιστική αποικία (ένα έργο σκοτεινός χάρτης της ύπαρξης) , έχει συλλάβει ενστικτωδώς όλη την ουσία γύρω από το θέμα του εγκλεισμού, έχει έρθει σε επαφή με μια προσωπική γνησιότητα που με αυτό τον τρόπο γίνεται απρόσωπη , διαχρονική και οικουμενική. Και κλείνω με τα λόγια του Μαρκίδη: «Η ζωή ζει πραγματικά με τις ποικιλίες της, με την αφιλοτιμία της αν θέλεις, με τον αιφνιδιασμό στο δεδομένο, στον εφησυχασμό και στη νάρκωση που ενδέχεται ανά πάσα στιγμή να επιφέρει».